
Όλοι γνωρίζουμε ότι η διατροφή διαδραματίζει
πρωτεύοντα ρόλο για τη διατήρηση της υγείας και της ευεξίας μας, καθώς
συμβάλλει σημαντικά στην πρόληψη αρκετών ασθενειών και στην αντιμετώπιση τους.
Η αντίσταση στην ινσουλίνη ή αλλιώς ινσουλινοαντίσταση είναι μία κατάσταση αρκετά
διαδεδομένη στην οποία υιοθέτηση ενός διατροφικού πλάνου είναι αναγκαία.
Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη η οποία
παράγεται στα β-κύτταρα του παγκρέατος και είναι χρήσιμη για τον μεταβολισμό
των υδατανθράκων καθώς βοηθά στη μεταφορά γλυκόζης στους ιστούς. Όταν
λοιπόν το
σώμα δεν ανταποκρίνεται στην ορμόνη αυτή, σημαίνει ότι δεν μπορεί να μετατρέψει
τη γλυκόζη σε ενέργεια και το επίπεδο γλυκόζης στο αίμα είναι υψηλό. Μερικά
από τα συμπτώματα της ινσουλινοαντίστασης είναι η συχνοουρία, η πείνα, ο
λήθαργος, η απουσία έμμηνης ρύσης, η υπερβολική δίψα και η κοιλιακή παχυσαρκία.
Τα άτομα που έρχονται αντιμέτωπα με
την ινσουλινοαντίσταση πιθανόν να λάβουν διάγνωση προδιαβήτη, ο
οποίος μπορεί να εξελιχθεί σε διαβήτη τύπου 2. Σε μία τέτοια
περίπτωση είναι αναγκαίο να συνεχίσουν να επισκέπτονται τον γιατρό τους και να επαναλαμβάνουν
κάποιες ιατρικές εξετάσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα ώστε να διασφαλίσουν
ότι δεν αναπτύσσουν διαβήτη τύπου 2.
Ορισμένες διατροφικές
συνήθειες – η κατανάλωση ή ο περιορισμός ορισμένων τροφών – μπορούν να
επηρεάσουν την αντίσταση στην ινσουλίνη, ακόμα και να βελτιώσουν την ευαισθησία του
οργανισμού στην ινσουλίνη, να μειώσουν την αντίσταση στην ινσουλίνη και κατ’
επέκταση τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2. Με την πάροδο του χρόνου η
απουσία σωστής διατροφή για την ινσουλινοαντίσταση μπορεί να προκαλέσει επιβλαβείς
καταστάσεις όπως είναι οι βλάβες στα όργανα, στους μύες, στα άκρα και στα
μάτια. Ως εκ τούτου, η διατροφή αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την αντιμετώπιση
της αντίστασης στην ινσουλίνη και θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η
παρακολούθηση και η διαχείριση της διατροφής μέσα από ένα εξατομικευμένο πλάνο διατροφής αποτελεί το
πρώτο σημαντικό βήμα για τη βελτίωση της υγείας.
Σύμφωνα με αρκετές έρευνες λοιπόν η διατροφή χαμηλότερη σε υδατάνθρακα και υψηλότερη σε πρωτεΐνη έχει συσχετιστεί με τη βελτίωση των επιπέδων ινσουλίνης και του μεταβολισμού και στην μείωση της ινσουλινοαντίστασης. Μερικές διατροφικές συμβουλές που θα μπορούσαμε να δώσουμε στα άτομα που αντιμετωπίζουν ινσουλινοαντίσταση είναι να περιορίσουν τα τηγανητά τρόφιμα, τις μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, τα επεξεργασμένα τρόφιμα (π.χ μπέικον), τα γλυκά, τα τρόφιμα που είναι χαμηλά σε φυτικές ίνες , τα εξευγενισμένα δημητριακά όπως είναι το λευκό ρύζι, τις σοκολάτες και γενικότερα τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε κορεσμένα λίπη όπως είναι για παράδειγμα το βούτυρο. Γενικότερα σε μία διατροφή για την αντίσταση στην ινσουλίνης περιορίζουμε τους υδατάνθρακες και αυξάνουμε τη πρωτεΐνη. Τα άτομα με ινσουλινοαντίσταση καλό είναι να καταναλώνουν τρόφιμα όπως ψάρια που είναι πλούσια πηγή ω3 λιπαρών οξέων, τρόφιμα πλούσια σε πρωτείνη όπως κρέας, όσπρια, δημητριακά ολικής αλέσεως (π.χ βρώμη, κινόα), αρκετό νερό, τσάι χωρίς ζάχαρη, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, εσπεριδοειδή (π.χ πορτοκάλια) κ.ά
Εν κατακλείδι, η διατροφή διαδραματίζει
το σημαντικότερο ρόλο για τα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη αφού με το
κατάλληλο διατροφικό πλάνο, μπορούν να έχουν ένα φυσιολογικό τρόπο ζωής και να
βελτιώσουν τα επίπεδα ινσουλίνης, ενώ αν αποφύγουν να ακολουθήσουν ένα
διατροφικό πλάνο με την πάροδο του χρόνου θα δημιουργήσουν ανεπανόρθωτες ζημιές
στον οργανισμός τους.
Αναστασία Καρολίδου (Κλινική Διατροφολόγος)